Κοιτάμε οθόνη... Κλικ κλικ... όμικρον, θήτα, όμικρον, νι... backspace, backspace... Πώς γίνεται η οθόνη σου να είναι τόσο άδεια όταν το κεφάλι σου είναι τόσο γεμάτο; Να δεις πώς ξεκινάνε συνήθως οι ιστορίες... Α ναι... "Μια φορά κι έναν καιρό..."
Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν, ήταν ένα μικρό ξωτικό που ζούσε στο μεγάλο δάσος πολύ πολύ μακριά, σαν τον Σρεκ. Μια μέρα σηκώθηκε και πήγε στη μεγάλη πόλη για ν' αλλάξει αέρα, επειδή στο δάσος δεν είχε κλιματιστικό, και για ν' ανοίξει λίγο το μάτι του. Το δεξί.
Έμεινε στο μεγάλο παλάτι του βασιλιά σκορπιού, ο οποίος δεν είχε τόσα μούσκουλα σαν αυτόν στην TV, αλλά καλύτερα έτσι γιατί αλλιώς δε θα χωρούσε να περάσει απ' τον διάδρομο. Ο βασιλιάς σκορπιός ήταν πολύ καλός και γλυκούλης και περνούσανε πάντα πολύ καλά μαζί.
Τη μια μέρα πήρε να πιεί καστανόζουμο με τη νεράιδα της ευτυχίας, τον δούκα των σκουφιών, έναν Ούμπα Λούμπα απ' το εργοστάσιο σοκολάτας που τον διώξανε γιατί έκλεβε τα φοντανάκια με την πραλίνα, και την Λαίδη Γαγά απ' το Σιδηρόκαστρο.
Μια άλλη μέρα πήγε για μαγικό ζωμό με τη Xena the Warrior Princess που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των ιπτάμενων κατσαρίδων, και τον κινέζο πρίγκιπα Cha-E, γνωστό για τη συλλογή του από μπολάκια Ming για ρυζόγαλο.
Στα μισά της παραμονής του τον περίμενε και μια ευχάριστη έκπληξη, που μάλλον ήταν δώρο απ' τη νεραϊδονονά του, γιατί παραήταν ευχάριστη και μόνο αυτή τα κάνει κάτι τέτοια. Φυσικά ο βασιλιάς σκορπιός τον δούλευε μετά γιατί είχε φορέσει το ηλίθιο χαμόγελο της Crest και χάζευε σα γελάδα στο λιβάδι με τις παπαρούνες.
Και αφού τα είδε όλα αυτά, γύρισε στο μεγάλο δάσος πολύ πολύ μακριά, γέμισε το πουγγί του με μαγική αστερόσκονη, πήρε το ραβδάκι του, έκλεισε τα μάτια και ετοιμάστηκε να κάνει τα μαγικά του, γιατί τι ξωτικό θα ήτανε χωρίς happy thoughts;
The End.
Ξανακοιτάμε οθόνη... Κλικ κλικ... Ωραίο ήτανε... Τώρα πρέπει να γράψουμε άλλο ένα παρόμοιο παραμύθι πολύ πολύ σύντομα. Και μετά κι άλλο. Κι άλλο. Και όσο πάει να γίνεται πιο ωραίο. Και μετά να κρατήσουμε μόνο το παραμύθι. Χμμμ... "Άμπρα κατάμπρα!"
Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν, ήταν ένα μικρό ξωτικό που ζούσε στο μεγάλο δάσος πολύ πολύ μακριά, σαν τον Σρεκ. Μια μέρα σηκώθηκε και πήγε στη μεγάλη πόλη για ν' αλλάξει αέρα, επειδή στο δάσος δεν είχε κλιματιστικό, και για ν' ανοίξει λίγο το μάτι του. Το δεξί.
Έμεινε στο μεγάλο παλάτι του βασιλιά σκορπιού, ο οποίος δεν είχε τόσα μούσκουλα σαν αυτόν στην TV, αλλά καλύτερα έτσι γιατί αλλιώς δε θα χωρούσε να περάσει απ' τον διάδρομο. Ο βασιλιάς σκορπιός ήταν πολύ καλός και γλυκούλης και περνούσανε πάντα πολύ καλά μαζί.
Τη μια μέρα πήρε να πιεί καστανόζουμο με τη νεράιδα της ευτυχίας, τον δούκα των σκουφιών, έναν Ούμπα Λούμπα απ' το εργοστάσιο σοκολάτας που τον διώξανε γιατί έκλεβε τα φοντανάκια με την πραλίνα, και την Λαίδη Γαγά απ' το Σιδηρόκαστρο.
Μια άλλη μέρα πήγε για μαγικό ζωμό με τη Xena the Warrior Princess που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των ιπτάμενων κατσαρίδων, και τον κινέζο πρίγκιπα Cha-E, γνωστό για τη συλλογή του από μπολάκια Ming για ρυζόγαλο.
Στα μισά της παραμονής του τον περίμενε και μια ευχάριστη έκπληξη, που μάλλον ήταν δώρο απ' τη νεραϊδονονά του, γιατί παραήταν ευχάριστη και μόνο αυτή τα κάνει κάτι τέτοια. Φυσικά ο βασιλιάς σκορπιός τον δούλευε μετά γιατί είχε φορέσει το ηλίθιο χαμόγελο της Crest και χάζευε σα γελάδα στο λιβάδι με τις παπαρούνες.
Και αφού τα είδε όλα αυτά, γύρισε στο μεγάλο δάσος πολύ πολύ μακριά, γέμισε το πουγγί του με μαγική αστερόσκονη, πήρε το ραβδάκι του, έκλεισε τα μάτια και ετοιμάστηκε να κάνει τα μαγικά του, γιατί τι ξωτικό θα ήτανε χωρίς happy thoughts;
The End.
Ξανακοιτάμε οθόνη... Κλικ κλικ... Ωραίο ήτανε... Τώρα πρέπει να γράψουμε άλλο ένα παρόμοιο παραμύθι πολύ πολύ σύντομα. Και μετά κι άλλο. Κι άλλο. Και όσο πάει να γίνεται πιο ωραίο. Και μετά να κρατήσουμε μόνο το παραμύθι. Χμμμ... "Άμπρα κατάμπρα!"